уважительный - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

уважительный - translation to πορτογαλικά


уважительный      
(о причине и т.п.) válido, justificado ; (обоснованный) fundado ; (почтительный) respeitoso, reverente
motivo justificado      
уважительная причина
motivo justificado      
уважительная причина

Ορισμός

УВАЖИТЕЛЬНЫЙ
1. достаточный для оправдания чего-нибудь, основательный.
Уважительная причина.
2. оказывающий, выражающий уважение кому-нибудь.
Уважителен к старшим. У. тон. Уважительное отношение.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για уважительный
1. Судя по рассказам сына, дружный, уважительный коллектив.
2. Интуиция подсказала выдумать уважительный предлог для отказа.
3. И сам изменился: уважительный стал, совсем тихий.
4. - Михаил Шейнин - воевода Мценска, - представился "принц", отвесив уважительный поклон.
5. Характерным стилевым "почерком" нами избран теплый, уважительный тон размещаемых статей.